αμφικτιονία — ἀμφικτιονία και ἀμφικτυονία, η (Α) οργάνωση, αρχικά θρησκευτική, στην οποία συμμετείχαν οι κάτοικοι γειτονικών περιοχών, με επίκεντρο ένα ιερό κοινής λατρείας, και αργότερα πολιτική ομοσπονδία πόλεων κρατών τής αρχαίας Ελλάδας … Dictionary of Greek
αμφικτιονία ή αμφικτυονία — Ένωση ανεξάρτητων γειτονικών πόλεων (περιοίκων) στην πρώιμη αρχαιότητα, η κυριότερη μορφή ένωσης στην οποία είχαν φτάσει οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Αρχικά, στην α. ανήκαν συγγενικές φυλές (έθνη τα ονόμαζαν οι αρχαίοι). Για να είναι σεβαστές αυτές… … Dictionary of Greek
Δηλιακή Συμμαχία — Πολιτικοθρησκευτική ένωση των Ιώνων, που υπαγόταν σε αρχαιότατη αμφικτιονία και είχε κέντρο τη Δήλο. Λίγο μετά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., ο Πεισίστρατος επιχείρησε να την εξαρτήσει από την Αθήνα, κάτι που κατόρθωσε ο τύραννος της Σάμου Πολυκράτης … Dictionary of Greek
αμφικτιονικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αμφικτιονία: Στα αμφικτιονικά συνέδρια έπαιρναν μέρος οι αντιπρόσωποι των συνδεμένων σε αμφικτιονία πόλεων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Anfictionía — Saltar a navegación, búsqueda La Anfictionía (del griego αμφικτιονία, a su vez derivado de αμφί (ambos) + κτίζω (construir), por lo que etimológicamente significa fundación conjunta) se trataba de una liga religiosa que agrupaba 12 pueblos (no… … Wikipedia Español
Deméter — Saltar a navegación, búsqueda Para otros usos de este término, véase Deméter (desambiguación). Deméter. Deméter o Demetra (en griego antiguo Δημήτηρ o Δημητρα, ‘diosa madre’ o quizás ‘madre distribuidora’, quizá del sustantivo indoeuropeo … Wikipedia Español
Anfictionía — ► sustantivo femenino 1 HISTORIA Agrupación de las antiguas ciudades griegas bajo la dirección de Atenas. 2 HISTORIA Asamblea de los anfictiones o diputados. * * * anfictionía (del gr. «amphiktionía») 1 f. Confederación de *ciudades en la antigua … Enciclopedia Universal
Δελφοί — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 580 μ., 2.373 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, 21 χλμ. ΝΑ της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Ο σημερινός οικισμός διαδέχτηκε τον παλαιότερο… … Dictionary of Greek
αμφικτίονες — ἀμφικτίονες, και κτύονες, οι (Α) 1) αυτοί που κατοικούν γύρω ή κοντά, περίοικοι, γείτονες 2. (ως κύριο όνομα) οι απεσταλμένοι των πόλεων που ήταν συνδεδεμένες σε Αμφικτιονία ή αμφικτιονική ομοσπονδία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι * + κτίονες ή κτύονες < … Dictionary of Greek
πόρος — I Νησί του Σαρωνικού κόλπου, απέναντι από την Τροιζηνία, από ένα σημείο της οποίας η απόσταση μέχρι τον Πόρο είναι μόλις λίγα μέτρα. Ο Π. έχει έκταση 31 τ. χλμ. και πρωτεύουσα του είναι ο ομώνυμος παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ.). Ανήκει στην… … Dictionary of Greek